Η Οικονομία του Ιδρώτα
Όσο η πολιτική εξουσία μετρά την επιτυχία με το ρολόι, η Ελλάδα θα ζει σε μια οικονομία που υπόσχεται ανθεκτικότητα, αλλά παραδίδει εξάντληση
Κάθε κοινωνία έχει τον δικό της ρυθμό, τον δικό της τρόπο να μετρά τον χρόνο.
Η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να τον μετρήσει με ώρες εργασίας. Η Ελλάδα εισάγει ένα νέο εργασιακό μοντέλο που επιτρέπει εργασία έως 13 ώρες την ημέρα, σύμφωνα με το Politico, καθιστώντας την την πρώτη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προχωρά σε μια τέτοια θεσμοθέτηση. Το νέο 13ωρο, χτισμένο πάνω στο ήδη θεσπισμένο 6ήμερο, παρουσιάζεται ως εργαλείο προσαρμογής, ως σύμβολο μιας αγοράς που γίνεται πιο «ευέλικτη». Στην πραγματικότητα, όμως, αποτελεί το πιο καθαρό σημάδι μιας πολιτικής που έχει ξεχάσει ότι η ανάπτυξη δεν προκύπτει από την εξάντληση, αλλά από τη δημιουργικότητα. Το μέτρο παρατείνει την εργασία και επαναφέρει τη λογική της εσωτερικής υποτίμησης: να γίνεσαι φθηνότερος για να επιβιώσεις στον διεθνή ανταγωνισμό.
Η χώρα φαίνεται να επαναλαμβάνει το ίδιο λάθος. Αντί να ενισχύει τη γνώση, επεκτείνει το ωράριο. Αντί να επενδύει στην τεχνολογία, επενδύει στην αντοχή. Όπως δείξαμε στο «Γιατί οι τιμές στο ελληνικό καλάθι δεν υποχωρούν (2019–2025)», η Ελλάδα δεν υποφέρει από έλλειψη κατανάλωσης, αλλά από έλλειψη αξίας. Κάθε επιπλέον ώρα μοιάζει με προοδευτικό βήμα, αλλά στην ουσία είναι ανακύκλωση κόπωσης. Ο χρόνος του εργαζόμενου χάνει την αξία του, μετατρέπεται σε μετρήσιμη μονάδα πολιτικής επιτυχίας.
Η Ευρώπη μετρά διαφορετικά
Στην υπόλοιπη Ευρώπη, η κατεύθυνση είναι αντίθετη. Η Ισπανία κατεβάζει το εβδομαδιαίο όριο στις 37,5 ώρες. Η Δανία πειραματίζεται με τετραήμερη εργασία. Η Ολλανδία ενισχύει την έρευνα και τις επενδύσεις στη γνώση. Όλες οι μεγάλες οικονομίες της ηπείρου κατανοούν ότι η παραγωγικότητα δεν είναι αποτέλεσμα διάρκειας, αλλά αλλά ποιότητας και οργάνωσης. Όσο λιγότερες ώρες χρειάζεσαι για να πετύχεις το ίδιο αποτέλεσμα, τόσο πιο ανταγωνιστικός γίνεσαι.
Η Ελλάδα κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση. Αντί να αξιοποιήσει τα ευρωπαϊκά κονδύλια που, όπως αναλύσαμε στο «Λεφτά Υπάρχουν — Και τι τα κάναμε», σπαταλήθηκαν χωρίς μετασχηματισμό, επιλέγει να τα υποκαταστήσει με φθηνότερη εργασία. Η πολιτική δεν στοχεύει στην αύξηση της αξίας της ώρας, αλλά στη μείωση του κόστους της. Έτσι, η χώρα δεν παράγει ανταγωνιστικότητα — παράγει αντοχή.
Η ψευδαίσθηση της προόδου
Η ρητορική του 13ωρου στηρίζεται σε μια παρανόηση: ότι η εργασία είναι απλώς ζήτημα ωρών. Το αφήγημα της «ευελιξίας» μιλά για ισορροπία, αλλά στην πράξη μεταφράζεται σε πίεση. Η υποτιθέμενη συναίνεση του εργαζόμενου δεν είναι πράξη ελευθερίας, αλλά πράξη ανάγκης. Όταν ο βιοπορισμός γίνεται διαπραγματευτικό χαρτί, η ισότητα μετατρέπεται σε μύθο.
Το μοτίβο δεν είναι καινούργιο. Στο «Decoupling Growth from Prosperity», είχαμε ήδη δείξει πώς η ελληνική οικονομία μεγεθύνεται χωρίς να ευημερεί. Η ανάπτυξη αποσυνδέθηκε από τη ζωή. Το ίδιο συμβαίνει τώρα με την εργασία: το ΑΕΠ μπορεί να ανεβαίνει, αλλά η καθημερινότητα βυθίζεται σε κόπωση. Οι άνθρωποι εργάζονται περισσότερο για να ζουν λιγότερο.
Αυτή η ασυμμετρία φαίνεται και θεσμικά: σύμφωνα με δημοσιεύματα, ακόμη και μετά από απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που ακύρωσε διορισμό διοικητή στην Επιθεώρηση Εργασίας, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου δεν αντέδρασε. (efsyn.gr, newsbreak.gr) Η νομιμότητα γίνεται εύκαμπτη, όπως και το ωράριο.
🔽 Θεωρητικό Πλαίσιο: Ανταγωνιστικότητα Κόστους vs Ανταγωνιστικότητα Καινοτομίας
Η πολιτική του 13ώρου εντάσσεται στο παλιό μοντέλο cost-based competitiveness — μιας στρατηγικής που επιδιώκει την ανταγωνιστικότητα μέσω φθηνότερης εργασίας, αντί για αύξηση της παραγωγικότητας.
Στη θεωρία της οικονομικής ανάπτυξης και της βιομηχανικής πολιτικής, διακρίνουμε δύο βασικές προσεγγίσεις:
🧩 Ανταγωνιστικότητα Κόστους (Price-Based)
- Στηρίζεται στη μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας (Unit Labour Cost) και στην επιμήκυνση του ωραρίου.
- Ενδεικτικές πηγές:
💡 Ανταγωνιστικότητα Καινοτομίας (Non-Price / Knowledge-Based)
- Επικεντρώνεται στην τεχνολογική πρόοδο, εκπαίδευση, ποιότητα προϊόντων και θεσμική αποδοτικότητα.
- Συνδέεται με τη θεωρία του Michael Porter περί competitive advantage through differentiation και τη σύγχρονη προσέγγιση της innovation-driven growth.
- Ενδεικτικές πηγές:
Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, οι οικονομίες που μεταβαίνουν από κόστους σε καινοτομίας (όπως Ιρλανδία, Φινλανδία, Πορτογαλία) αυξάνουν σταθερά το ΑΕΠ ανά ώρα εργασίας, ενώ όσες παραμένουν στο μοντέλο κόστους (όπως η Ελλάδα) παγιδεύονται σε χαμηλή παραγωγικότητα και χαμηλούς μισθούς.
Η θεσμοθέτηση του 13ώρου, επομένως, δεν είναι μεμονωμένο εργασιακό μέτρο· είναι ένδειξη μιας αναπτυξιακής στρατηγικής που κοιτά προς το παρελθόν.
Συγκεκριμένα:
Το 13ωρο θυμίζει την αρχή του Taylorism, το σύστημα που όρισε την εργασία ως μηχανική διαδικασία χρόνου και κίνησης.
Ο Frederick Winslow Taylor (1911, The Principles of Scientific Management) υποστήριξε ότι η παραγωγικότητα αυξάνεται όταν ο εργαζόμενος μετριέται, επιβλέπεται και τυποποιείται.
Η προσέγγιση αυτή ενίσχυσε τη βιομηχανική αποδοτικότητα, αλλά κατέστρεψε την αυτονομία και τη δημιουργικότητα του ανθρώπου.
➡️ Harvard Business School Archives – Scientific Management and the Origins of Modern Efficiency
Λίγα χρόνια αργότερα, ο Henri Fayol (1916, Administration Industrielle et Générale) περιέγραψε τις 14 αρχές της διοίκησης, δίνοντας έμφαση στην πειθαρχία, την ιεραρχία και την ενότητα εντολών — τα θεμέλια του διοικητικού ελέγχου που επικράτησαν σε όλον τον 20ό αιώνα.
➡️ Management Study Guide – Fayol’s 14 Principles of Management
Η σύγχρονη τάση των ανεπτυγμένων οικονομιών είναι ακριβώς η υπέρβαση αυτών των μοντέλων — μέσω της συμμετοχικής διοίκησης, της οριζόντιας οργάνωσης και της καινοτομίας μέσω αυτονομίας.
Το ελληνικό 13ωρο, αντιθέτως, επαναφέρει μια λογική χρονομέτρησης αντί δημιουργικότητας· μια μορφή «νεο-Taylorισμού» όπου η αποδοτικότητα μετριέται με τον ιδρώτα και όχι με την αξία.
Η Ελλάδα χρειάζεται δημιουργικότητα
Η πραγματική ευελιξία δεν είναι να δουλεύεις περισσότερο — είναι να μπορείς να αλλάζεις.
Η Ελλάδα χρειάζεται πολιτικές που κάνουν τον χρόνο πιο πολύτιμο, όχι πιο φθηνό.
Χρειάζεται επένδυση στη γνώση, στη δημιουργικότητα, στις ιδέες που μεταφράζουν τον κόπο σε αξία. Όπως καταγράφηκε σε όλα τα προηγούμενα κείμενα του EconScope, η χώρα δεν πάσχει από έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού, αλλά από έλλειψη στρατηγικής. Χωρίς επανασχεδιασμό του παραγωγικού μοντέλου, κάθε μεταρρύθμιση θα επιστρέφει στην ίδια παγίδα: στην εσωτερική υποτίμηση, στην οικονομία του ιδρώτα.
Ερωτήσεις για την «Οικονομία του Ιδρώτα»
Γιατί η Ελλάδα επιλέγει την εσωτερική υποτίμηση αντί της καινοτομίας;
Η πολιτική επιλογή βασίζεται στην ιδέα ότι η ανταγωνιστικότητα προκύπτει από χαμηλότερο κόστος εργασίας. Είναι συνέχεια της λογικής της κρίσης: αντί για επένδυση στη γνώση, προτιμάται η αντοχή. Το αποτέλεσμα είναι προσωρινή ευελιξία, όχι διαρθρωτική πρόοδος.
Πώς το 13ώρο συνδέεται με το μοντέλο της «οικονομίας του ιδρώτα»;
Το 13ώρο λειτουργεί ως θεσμικό σύμβολο αυτού του μοντέλου: επιμηκύνει τον χρόνο αντί να αυξάνει την αξία του. Η εργασία μετριέται σε ώρες, όχι σε παραγωγικότητα ή δημιουργικότητα — δείγμα μιας οικονομίας που ζει από την εξάντληση, όχι την εξέλιξη.
Ενισχύει η παρατεταμένη εργασία την ανταγωνιστικότητα της χώρας;
Η πραγματική ανταγωνιστικότητα προκύπτει όταν μια οικονομία παράγει περισσότερη αξία με λιγότερο κόπο. Η παράταση ωραρίου αυξάνει την κόπωση, όχι την απόδοση — καθιστώντας την οικονομία πιο φθηνή, όχι πιο δυνατή.
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ «αντοχής» και «ανθεκτικότητας» στην ελληνική πολιτική αφήγηση;
Η αντοχή σημαίνει επιβίωση - αν χρειαστεί και μέσω εξάντλησης· η ανθεκτικότητα προκύπτει από ικανότητα προσαρμογής και καινοτομίας. Η σύγχυση των δύο όρων παράγει μια ψευδαίσθηση προόδου: η χώρα μοιάζει να “αντέχει”, αλλά δεν μετασχηματίζεται.
Ποιο είναι το εναλλακτικό μοντέλο πέρα από την οικονομία του ιδρώτα;
Η ανταγωνιστικότητα καινοτομίας: επένδυση στη γνώση, την τεχνολογία και τις δεξιότητες. Αντί να υποτιμά τον χρόνο, τον καθιστά πολύτιμο. Η εργασία μετατρέπεται από μέσο επιβίωσης σε πηγή αξίας — το ακριβώς αντίθετο του 13ώρου.
